ΤΟ ΓΑΪΤΑΝΑΚΙ ΣΤΟ ΝΕΟΧΩΡΙ ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΣ

Αποτελεί κοινό τόπο ότι στον Ελλαδικό χώρο, τα έθιμα/δρώμενα του Πάσχα έχουν κοινή συνισταμένη την αγάπη και τη συμφιλίωση, το «πέρασμα» από τον θάνατο στην ανάσταση και την ευετηρία, δηλαδή την εύφορη ή με καλή σοδειά χρονιά. Γενικά, το έθιμο/δρώμενο, όπως κάθε ανθρώπινο δημιούργημα, υπόκειται στον νόμο της φθοράς και της εξέλιξης. Ως εκ τούτου, γεννιέται, ζει, πεθαίνει, μπορεί να ξαναζήσει ή να αλλάξει μορφές. Έτσι, κάποια έθιμα/δρώμενα τελούνται ακόμα με ζήλο από τους τελεστές, άλλα δεν τελούνται αλλά υπάρχουν βαθιά ριζωμένα στη συλλογική μνήμη, ενώ άλλα έχουν μετασχηματιστεί για να επιβιώσουν μέχρι και σήμερα. 

Στη Ρούμελη, και πιο συγκεκριμένα στη Ναυπακτία, οι εορτασμοί του Πάσχα ολοκληρώνονταν την Τρίτη της διακαινησίμου με τραγούδι και χορό αλλά και με ένα χαρακτηριστικό χορευτικό δρώμενο που επέζησε μέχρι και σήμερα, το «Γαϊτανάκι». Το συγκεκριμένο ευετηριακό δρώμενο σε κάποιες κοινότητες όπως η Άνω Δάφνη, η Ελευθέριανη, το Ανθόφυτο (Γρανίτσα) και η Αράχοβα απέμεινε μόνο ως συλλογική μνήμη. Αντίθετα, στην κοινότητα της Σκάλας τελείται μέχρι και σήμερα, αλλά τη διοργάνωσή του έχει αναλάβει ο τοπικός πολιτιστικός σύλλογος, που κλήθηκε να προσδώσει αίγλη σε ένα δρώμενο με φθίνουσα πορεία, ενώ στο Νεοχώρι μεταφέρθηκε «φυσιολογικά» από την περίοδο του Πάσχα στο ετήσιο πανηγύρι και συνεχίζει να ανθίζει μέχρι και σήμερα.

Το Νεοχώρι (στην προφορική παράδοση Νεχώρι ή Νιχώρι) αποτελεί μια κοινότητα της Ορεινής Ναυπακτίας, χτισμένη σε δυσπρόσιτη τοποθεσία. Έπεσε από πολύ νωρίς θύμα μετανάστευσης με πολυπληθείς κοινότητες να δημιουργούνται τόσο στο εσωτερικό όσο και στην Αμερική. Κοινό σημείο για τους απανταχού Νεχωρίτες ήταν το χωριό και προσπαθούσαν πάντοτε και με κάθε τρόπο να επιβεβαιώσουν και να επικαιροποιήσουν τις καταβολές τους. Μια τέτοια δημόσια και με πάνδημο χαρακτήρα αφορμή, ένα σημείο αναφοράς δηλαδή, ήταν και το χορευτικό δρώμενο «Γαϊτανάκι».

Η λειτουργία του συγκεκριμένου δρωμένου με το πέρασμα του χρόνου μεταβαλλόταν, αλλά παρέμενε πάντα σημαντική για τους ντόπιους. Στην πρώτη του έκφανση λειτουργούσε ως μέσο κοινωνικοποίησης, πίστης, χαράς, ενότητας, αγάπης, συμφιλίωσης και αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι της τελετουργίας του Πάσχα με έντονο μαγικο-θρησκευτικό και ευετηριακό χαρακτήρα. Στην πορεία, οι πολλοί ξενιτεμένοι του χωριού όποτε γύριζαν σε αυτό, ανεξαρτήτως ημερομηνίας και περίστασης, πιάνονταν τόσο κοντά ο ένας με τον άλλον, δείχνοντας την ενότητα και την αδελφοσύνη μεταξύ τους και όλοι μαζί με πάνδημο χαρακτήρα «έπλεκαν» το «Γαϊτανάκι». Αποτέλεσμα αυτού ήταν σταδιακά και με αυθόρμητο τρόπο η τέλεσή του να μεταφερθεί από την εθιμοτυπία του Πάσχα σε αυτή του ετήσιου πανηγυριού (2η ημέρα – 24 Αυγούστου), που συγκέντρωνε και μεγαλύτερο πλήθος ξενιτεμένων. Τελικά όμως τι είναι το «Γαϊτανάκι»; Είναι ένα πασχαλιάτικο έθιμο/δρώμενο; Έχει ευετηριακό χαρακτήρα; Ή είναι «του πανηγυριού» όπως αρκετοί νέοι Νεχωρίτες πιστεύουν σήμερα; 

Το «Γαϊτανάκι» όντως «ξεκίνησε» ως ένα έθιμο/δρώμενο του Πάσχα. Στην πορεία του στον χρόνο απώλεσε τον μαγικο-θρησκευτικό του χαρακτήρα, όμως δεν έχασε ποτέ τη δυναμική του εντός της κοινότητας. Αυτή η δυναμική με τη σειρά της επαναπροσδιόρισε το τί είναι καλό για την κοινότητα, η «σοδειά» ή οι ανθρώπινες σχέσεις; Με το δεύτερο να αποτελεί τον σημερινό του ευετηριακό χαρακτήρα που επαναπροσδιορίζει και επικαιροποιεί ανθρώπινες σχέσεις για το «καλό» της κοινότητας, μια και το καλό για μία κοινότητα είναι σχετικό και χρονικά προσδιορισμένο.

Κλείνοντας, το σημερινό καλό της κοινότητας επιτάσσει να «πλέκεται» το «Γαϊτανάκι» τη δεύτερη ημέρα του πανηγυριού, δημιουργώντας μια καινούργια «παράδοση», μια διαφορετική ευετηριακή διάσταση στο συγκεκριμένο χορευτικό δρώμενο, επιβεβαιώνοντας τους ισχυρούς τους δεσμούς με την κοινότητα, καθώς σήμερα πανηγύρι χωρίς «Γαϊτανάκι» δεν υφίσταται.